History of ramp
Η ιστορία της Vert Ράμπας
Το Vertical Skateboarding ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1960 στα παράλια του Λος Άντζελες της Καλιφόρνια. Εκείνο τον καιρό το skateboarding ζούσε την πρώτη του περίοδο δημοσιότητας., και οι skateboarders προσπαθούσαν να ανακαλύψουν νέους τρόπους -και νέα μέρη- για να πατινάρουν. Το πρώτο γνωστό γεγονός του vert skating έλαβε μέρος όταν οι γονείς ενός skater άφησαν την πόλη για μία εβδομάδα και ο γιος τους μαζί με κάτι φίλους άδειασαν την πισίνα η οποία είχε λείους και μεταβαλλόμενους σε σχήμα τοίχους. Οι skater στέκονταν στα ρηχά της άδειας πισίνας και πατινάριζαν προς τον πάτο της, οδηγώντας τη σανίδα τους γύρω από το στρογγυλό τέλος και αυτό ονομάστηκε “carve”. Το carving είναι στην ουσία μία ανοιχτή στροφή στην οποία και οι τέσσερις ρόδες της σανίδας παραμένουν στον τοίχο της πισίνας ή της στρογγυλής άκρης της πισίνας… Καθώς αυτή η ριψοκίνδυνη μορφή του αθλήματος εξελισσόταν, οι skater έκαναν carve πιο ψηλά και πιο γρήγορα έως ότου ο καλύτερος από αυτούς έκανε “hit tile” (δηλ. έφτανε στο χείλος της πισίνας) ή πατινάριζε έως ότου οι ρόδες έφταναν το tile (χείλος) που απλώνεται στην άκρη της πισίνας.
Οι skater στην πισίνα ζούσαν το συναίσθημα της έλλειψης της βαρύτητας συνδυασμένο με το πατινάρισμα πάνω στους τοίχους της πισίνας. Η βελτίωση των προϊόντων του skateboard βοήθησε στην εξέλιξη του skateboard σαν άθλημα, και το vert skating εκτοξεύθηκε σε άλλα επίπεδα. Οι πισίνες ήταν το αγαπημένο μέρος όλων για vert skating κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ΄70. Στα μέσα της δεκαετίας του ΄70 ξεκίνησαν να εμφανίζονται και τα πρώτα skatepark που όμως αποσκοπούσαν στην αύξηση των κερδών και παράλληλα το skateboarding ζούσε τη δεύτερη περίοδο της δημοσιότητάς του. Παράλληλα, οι skaters στις πισίνες μάθαιναν να πατινάρουν στους τοίχους της πισίνας και στην πραγματικότητα σήκωναν τις σανίδες και τους εαυτούς τους πάνω από την άκρη κάνοντας μισή στροφή στον αέρα και προσγειώνονταν πάλι ελέγχοντας τη σανίδα και συνέχιζαν το πατινάρισμα. Το “εναέριο” ήταν το υπέρτατο κόλπο αυτής της χρονικής περιόδου, έτσι οι ιδιοκτήτες των skatepark για να προσελκύσουν το κοινό δημιούργησαν στα πάρκα τους αντίγραφα των πισινών.
Οι skateboarders έμαθαν να προσαρμόζονται στις συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε μοναδικό και σπάνια καλοφτιαγμένο skateboard park pool και μερικά από τα πιο χειρότερα και επικίνδυνα πάρκα ήταν δημοφιλή σημεία κατάκτησης των φιλόδοξων vert skater. Διαγωνισμοί vertical skateboarding ξεκίνησαν στα πάρκα και οι διαγωνιζόμενοι μερικές φορές έπρεπε να κάνουν εντύπωση πατινάροντας πάνω στις χειρότερες επιφάνειας. Στα μέσα της δεκαετίας του ΄70 οι skateboarders που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να επισκεφτούν τις καλές πισίνες οι τα skateparks δημιούργησαν μία εκδοχή της πισίνας του “φτωχού ανθρώπου” τις λεγόμενες ράμπες.
Οι ράμπες ήταν ξύλα κολλημένα μεταξύ τους ανά δυάδες σε τέσσερις σειρές που στην ουσία δημιουργούσαν την ίδια αίσθηση με τις πισίνες και έδινε τη δυνατότητα στους χρήστες να κάνουν carve. Οι ράμπες ήταν ένα καλό μέσο για την εποχή γιατί πολλά από τα καινούρια κόλπα ήταν προσαρμοσμένα έτσι ώστε να χρειάζεται κάθετη επιφάνεια για να επιτευχθούν γεγονός που μείωσε την έως τότε αξία των πισινών και έκανε τις ράμπες να φαίνονται ακόμη πιο χρήσιμες. Καθώς τα skateparks ξεκίνησαν να εξαφανίζονται προς το τέλος του ΄70 οι skateboarders βασίζονταν περισσότερο στις ιδιωτικές ράμπες για να πετύχουν τα vertical cravings. Στις αρχές του ΄80 το vert skating γινόταν κυρίως στις ράμπες καθώς και κάποιες φορές στις πισίνες κατ΄ εξαίρεση. Το skateboarding εξελισσόταν και οι τεχνικές των νέων κόλπων απαιτούσαν τέλειες και εντελώς λείες επιφάνειες. Οι ράμπες μπορούσαν να δημιουργηθούν και να προσαρμοστούν σε αυτές τις απαιτούμενες συνθήκες. Καθώς το vertical skateboarding ανερχόταν στα μέσα του ΄80, oοι skaters σε δέκα ποδιών ράμπα κατάφερναν να επιτύχουν “εναέρια” κόλπα που έφταναν τα οχτώ πόδια ύψος καθώς και εκθαμβωτικές μανούβρες που με τη σειρά τους δημιούργησαν την τρίτη περίοδο δημοσιότητας του skateboard. Παρόλο που για τους skateboarders το street skateboarding συνέχιζε να είναι πιο δημοφιλές, λόγω του ότι είχαν τη δυνατότητα να το εξασκήσουν οπουδήποτε και οποτεδήποτε, διεθνείς διαγωνισμοί και τηλεοπτικά show έκαναν γνωστό στο ευρύτερο κοινό, ως κύρια μορφή του αθλήματος, το vertical ramp skating.
Η οικονομική ύφεση που έπληξε τη χώρα στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 είχε σαν αποτέλεσμα να επιστρέψει το skateboarding στους δρόμους και η μείωση των ράμπων οδήγησε σε μείωση των vert skaters. Πολλοί από τους vertical superstars της δεκαετίας του ΄80 όπως οι Tony Hawk, Steve Caballero και Christian Hosoi διατήρησαν ζωντανό το vertical skateboarding και με τη βοήθεια των νέων ταλέντων όπως οι Danny Way, Colin Mckay και Tom Boyle κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα νέο είδος του vert skating. Η νέα αυτή γενιά δανείζεται πολλά στοιχεία από τον “ανταγωνιστή” του το street skating.
Οι street skaters πήραν το ollie που το εφηύρε ο Alan Gelfand το 1978 και το χρησιμοποίησαν για να δημιουργήσουν μία νέα μέθοδο. Το ollie είναι το βασικό κόλπο πάνω στο οποίο στηρίζονται όλα τα μετέπειτα κόλπο. Καθώς το vert skating εξελίχθηκε στα μέσα του ΄90 οι vert skaters δανείστηκαν πολλές από τις τεχνικές των street skater και τις προσάρμοσαν με τέτοιο τρόπο ώστε τα κόλπα να βγαίνουν με επιτυχία και στις ράμπες. “Kickflips” – μία εναέρια φιγούρα στην οποία κατά τη διάρκεια του ollie κλωτσάμε το μπροστινό μέρος του skate κάνοντάς το να κάνει μία ολόκληρη περιστροφή γύρω από τον οριζόντιο άξονά του και ξαναπέφτοντας πάνω σε αυτό και με τα δύο πόδια – και άλλα spinning tricks αποτελούν κόλπα που παρουσιάζουν οι αθλητές στους διαγωνισμούς σήμερα.